Πώς αξιολογούνται οι αεροπορικοί κίνδυνοι;

Πόσο σημαντική είναι η ηλικία του αεροσκάφους; Πώς διαχέονται αυτοί οι μεγάλοι και μεγάλου κόστους κίνδυνοι σε όλη την ασφαλιστική κοινότητα; Τι γίνεται με τις αποζημιώσεις που εγείρονται μετά από ένα αεροπορικό δυστύχημα; Και κυρίως, πόσο ασφαλείς είναι οι πτήσεις;
Είναι μερικά από τα ερωτήματα που προέκυψαν μετά τον ασυνήθιστα μεγάλο αριθμό αεροπορικών ατυχημάτων που συνέβησαν τα τελευταία χρόνια, κάποια εκ των οποίων ήταν πολύνεκρα και χωρίς επιζώντες.

Πώς ασφαλίζεται συνήθως ένα αεροπλάνο;
Όπως εξηγεί ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο που συνέταξε η Munich Re για την ασφάλιση αεροσκαφών, γίνεται διάκριση μεταξύ:
1. της Ασφάλισης Σκαφών, που αφορά το ίδιο το αεροσκάφος.
2. της Νομικής Ευθύνης απέναντι στους επιβάτες, για την περίπτωση που αυτοί πάθουν κάτι.
3. της Αστικής Ευθύνης Τρίτων, με την οποία καλύπτονται οι ζημιές που προκαλούνται από τη λειτουργία του αεροσκάφους, για παράδειγμα εάν πέσει στο έδαφος.
Υπάρχει, επίσης, η «aircraft hull war market», μία ειδική κάλυψη που μπορεί να αγοραστεί για την κάλυψη ζημιών που προκύπτουν από πολεμικές ή τρομοκρατικές ενέργειες εις βάρος του αεροσκάφους. Η κάλυψη αυτή εξαιρεί απώλειες εξαιτίας πυρηνικών όπλων, καλύπτει, όμως, περιπτώσεις όπως: εμφύλιοι πόλεμοι, σαμποτάζ, επιδρομή/ απεργία, κοινωνικό αναβρασμό, εσωτερική αναστάτωση, απαγωγή, κ.λπ. και βρίσκεται στο προσκήνιο, μετά την εξαφάνιση του αεροσκάφους των μαλαισιανών αερογραμμών, την κατάρριψη ενός ακόμα της ίδιας εταιρείας το 2014 και τη συντριβή του αεροσκάφους της Germanwings τον Μάρτιο του 2015. Τα ασφαλιστήρια ευθύνης γενικά εξαιρούν τον πόλεμο και κάθε είδους τρομοκρατικές ενέργειες. Συνήθως, όμως, αποκαθιστούν πλήρως, έναντι πληρωμής ανάλογου ασφαλίστρου, ό,τι έχει σχέση με την αστική ευθύνη επιβατών.
Τα ασφαλιστήρια συμβόλαια των αεροπορικών εταιρειών συνήθως καλύπτουν το σύνολο του στόλου και τυπικά συνάπτονται για περίοδο ενός έτους. Το ασφαλισμένο ποσό για ένα αεροσκάφος ποικίλλει σε μεγάλο βαθμό – ανάλογα με τον τύπο, την ηλικία και τον τεχνικό εξοπλισμό. Η κάλυψη προσφέρεται με βάση μια «συμφωνηθείσα αξία», που σημαίνει ότι η αεροπορική εταιρεία αποφασίζει για το ύψος του ασφαλισμένου ποσού. Αυτό μπορεί να φτάσει τα US$250.000.000 ή και περισσότερο. Τα ασφαλισμένα όρια αποζημίωσης για σωματικές βλάβες ποικίλλουν σε μεγάλο βαθμό, και μπορεί να φθάσουν μέχρι και τα US$2,5 δις.

Πώς αξιολογούνται οι αεροπορικοί κίνδυνοι;
Πολλοί παράγοντες παίζουν ρόλο κατά την αξιολόγηση που κάνουν οι ασφαλιστικές εταιρείες στις αεροπορικές εταιρείες. Για παράδειγμα, εξετάζουν το μέγεθος του στόλου, την ηλικία του αεροσκάφους και πόσο εξακολουθεί να αξίζει τη στιγμή του ατυχήματος. Άλλοι παράμετροι που λαμβάνονται υπόψη είναι: Πόσο συχνά συντηρούνται και από ποιον; Πόσες ζημιές έχουν υποστεί στο παρελθόν; Ποια δρομολόγια εκτελεί και –πάνω από όλα– από πού απογειώνεται και πού προσγειώνεται το αεροπλάνο; Οι απογειώσεις και οι προσγειώσεις είναι το πιο επικίνδυνο μέρος μιας πτήσης!
Αλλά και δευτερεύοντες παράγοντες είναι εξίσου σημαντικοί. Οι ασφαλιστικές εταιρείες θέλουν να ξέρουν:
ποια εκπαίδευση πιλότων προτιμά μία αεροπορική εταιρεία, αν στέλνουν τους πιλότους τους στον προσομοιωτή όσο συχνά ορίζεται, ή πιο συχνά, και εάν η αεροπορική εταιρεία προσπαθεί να δημιουργήσει ένα περιβάλλον ανοιχτής και εξωστρεφούς “νοοτροπίας” στο πλαίσιο της οποίας, για παράδειγμα, ο πιλότος ακούει και υπολογίζει τον συγκυβερνήτη όταν του πει ότι πετάνε προς ένα βουνό. Υπάρχουν διάφορες “νοοτροπίες” όταν πρόκειται για την αντιμετώπιση του κινδύνου. Όλα αυτά λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό του ασφαλίστρου.

Πόσο σημαντική είναι η ηλικία του αεροσκάφους;
Η ηλικία δεν έχει πρωτεύοντα ρόλο στην αξιολόγηση του κινδύνου. Το πιο σημαντικό είναι πώς το αεροσκάφος συντηρείται, επιθεωρείται, και γενικά οι συνολικές προδιαγραφές ασφαλείας που ισχύουν στην αεροπορική εταιρεία, προκειμένου να διατηρηθεί η τεχνική ασφάλεια του αεροσκάφους.

Τα αεροπορικά ατυχήματα είναι πολύ ακριβά. Πώς αυτοί οι μεγάλοι κίνδυνοι διαχέονται σε όλη την ασφαλιστική κοινότητα;
Υπάρχουν τρεις κυρίως τρόποι ασφάλισης των αεροπορικών κινδύνων:
Ένας πρωτασφαλιστής αναλαμβάνει το 100% του συμβολαίου και στη συνέχεια κατανέμει μέρος του κινδύνου που δεν επιθυμεί να κρατήσει ο ίδιος μεταξύ άλλων ασφαλιστών, που όλοι ενεργούν από τεχνικής άποψης ως αντασφαλιστές. Διάφοροι πρωτασφαλιστές συμμετέχουν στο συμβόλαιο, με έναν από αυτούς να λειτουργεί ως κύριος ασφαλιστής. Όταν υπάρχει μια αξίωση, τη χειρίζεται ο κύριος ασφαλιστής.
Σε ορισμένες χώρες είναι υποχρεωτικό εκ του νόμου τα ασφαλιστήρια συμβόλαια – όπως αυτά μιας αεροπορικής εταιρείας – να εκδίδονται από τοπικό ασφαλιστή. Όταν ο τοπικός αυτός ασφαλιστής δεν έχει ούτε την οικονομική ισχύ ούτε την ειδική τεχνογνωσία για να αναλάβει τη συγκεκριμένη συναλλαγή, ο κίνδυνος μεταβιβάζεται στη διεθνή αγορά ασφάλισης αερομεταφορών, με τη μορφή της αντασφάλισης. Ο κορυφαίος αντασφαλιστής, τότε, συχνά αναλαμβάνει τη διαχείριση και τον διακανονισμό των απαιτήσεων αποζημίωσης.
Τα περισσότερα τέτοιου είδους συμβόλαια πρωτασφάλισης και αντασφάλισης τοποθετούνται από εξειδικευμένους μεσίτες και η αγορά του Λονδίνου παίζει έναν σημαντικό, αν όχι τον σημαντικότερο ρόλο στην αεροπορική ασφάλιση.

Οι αποζημιώσεις αεροπορικών δυστυχημάτων
Ένα μεγάλο θέμα που προκύπτει μετά από κάθε αεροπορικό δυστύχημα, είναι το ζήτημα καταβολής αποζημιώσεων στα επιζήσαντα εξαρτώμενα μέρη. Στις περιπτώσεις αυτές, το ποσό των απαιτήσεων καθορίζεται συνήθως από την απώλεια ισόβιων εισοδημάτων του θύματος, καθώς και την οικονομική και μη οικονομική ζημιά που υπέστη η οικογένεια. Είτε συμφωνηθεί δικαστικώς είτε εξωδικαστικώς, το ποσό της καταβληθείσας αποζημίωσης μπορεί να ποικίλλει, ανάλογα με τη χώρα και τις δικαστικές πρακτικές. Στις ΗΠΑ, τα επιδικαζόμενα ποσά αποζημίωσης είναι συγκριτικά υψηλά. Αυτό, εν μέρει, οφείλεται και στο αμερικανικό νομικό σύστημα, το οποίο εκτός από την απώλεια εισοδημάτων, επιδικάζει επίσης αποζημίωση για ψυχική οδύνη. Η συγκεκριμένη αποζημίωση επιδικάζεται όταν το δικαστήριο κρίνει ότι τα θύματα υπέστησαν αφόρητο πόνο, φόβο ή άλλη οδύνη λίγο πριν από το θάνατό τους. Οι αποζημιώσεις αυτές είναι συνήθως πολύ υψηλότερες από τα συμβατικά ποσά αποζημίωσης.

Πόσο ασφαλείς είναι οι πτήσεις;
Μιλώντας στατιστικά, οι πτήσεις είναι ακόμα πολύ ασφαλείς. Αν συγκρίνεις τον αριθμό των ανθρώπων που ταξιδεύουν σε σχέση με τον αριθμό των ανθρώπων που εμπλέκονται σε ατυχήματα, είναι αλήθεια ότι το πιο επικίνδυνο στάδιο της πτήσης είναι η οδήγηση με το αυτοκίνητο μέχρι το αεροδρόμιο. Φυσικά, οι επιπτώσεις είναι πάντα πολύ δραματικές, καθώς πολλοί άνθρωποι πεθαίνουν όταν συμβεί ένα αεροπορικό ατύχημα.

Η Συμφωνία του Μόντρεαλ
Η Συμφωνία του Μόντρεαλ, που επικυρώθηκε το 2004, αναμορφώνει τα θέματα ευθύνης για απώλειες επιβατών και εμπορευμάτων στη διεθνή και εθνική αεροπορία. Δίνει ιδιαίτερη σημασία στη βελτίωση της προστασίας των καταναλωτών και εφαρμόζει αυτή την προστασία σε κάθε διεθνή μεταφορά ανθρώπων με αεροσκάφος, όπου ο τόπος αναχώρησης και άφιξης βρίσκονται εντός της κυρίαρχης επικράτειας δύο συμβαλλομένων κρατών. Τα συμβαλλόμενα κράτη είναι τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι ΗΠΑ, η Ιαπωνία και η Αυστραλία. Σύμφωνα με τη Συμφωνία του Μόντρεαλ, όταν ένας επιβάτης υποστεί σωματική βλάβη ή πεθάνει ως αποτέλεσμα δυστυχήματος, οι αεροπορικές εταιρείες έχουν απεριόριστη ευθύνη (προ της Συμφωνίας το ανώτατο όριο ήταν €26.000). Οι αεροπορικές εταιρείες απαλλάσσονται από την ευθύνη μόνο αν μπορούν να αποδείξουν ότι δεν ήταν υπαίτιες για την απώλεια. Κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες, τα θύματα αεροπορικών δυστυχημάτων μπορούν πλέον να μηνύουν τις αεροπορικές εταιρείες στη χώρα διαμονής τους. Αυτό σημαίνει, για παράδειγμα, ότι ένας Αμερικανός που έχει κλείσει μία πτήση εσωτερικού στη Γερμανία με τη Lufthansa, θα μπορούσε να μηνύσει την αεροπορική εταιρεία στις ΗΠΑ, όπου γενικά τα δικαστήρια επιδικάζουν υψηλότερες αποζημιώσεις.

Πηγή: aagora.gr